Ξετυλίγοντας το κουβάρι της Αριάδνης ΑΕΒΕ

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Αστυνομικοί πλέον μπορούν να παρανομούν και με το νόμο


Νομοσχέδιο κατέθεσε το υπ. Προστασίας του Πολίτη στη Βουλή για την "Παροχή υπηρεσιών ασφαλείας από ενόπλους φρουρούς σε εμπορικά πλοία και άλλες διατάξεις". Στις άλλες διατάξεις περιλαμβάνεται το άρθρο 20 το οποίο έρχεται να καταργήσει την διαδικασία του αυτοφώρου για τους αστυνομικούς, τους λιμενικούς και τους πυροσβέστες αν μηνυθούν για κάποια πράξη από πολίτες η οποία έχει γίνει εν ώρα υπηρεσίας.
Το τελευταίο διάστημα η καταστολή των διαδηλώσεων, η ποινικοποίηση του συνδικαλισμού (βλ. ΑΠΘ), η ποινικοποίηση της διαμαρτυρίας (βλ. παρέλαση 28ης Οκτωβρίου), η ποινικοποίηση των εργατικών αγώνων (βλ. Χατζής) έχουν γίνει καθημερινό φαινόμενο ενώ ταυτόχρονα η βία και η αυθαιρεσία των αστυνομικών έχει φτάσει σε τρομακτικά επίπεδα.
Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει το Υπ. Προστασίας του Πολίτη με την εν λόγω διάταξη στην Βουλή η οποία θα δικαιολογεί και αναπαράγει επί της ουσίας την αυθαιρεσία των ένστολων αφού δεν θα ισχύει η νομοθεσία που ισχύει για τους υπόλοιπους πολίτες.
Σύμφωνα με νομικούς αυτή η διάταξη αφορά την κατάργηση της αυτόφωρης διαδικασίας για αδικήματα για τα οποία μηνύονται οι ένστολοι και αφορούν πράξεις που τελέσθηκαν εν ώρα υπηρεσίας τους. Όπως υποστηρίζουν μπορεί να φέρει μέχρι και την παραγραφή αδικημάτων αφού στην Ελλάδα είναι γνωστές οι αργές διαδικασίες και η "ευαισθησία" των δικαστικών αρχών όταν αφορούν αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται αστυνομικοί και τα οποία συνήθως αφορούν εξύβριση, βία κ.α
Αυτή είναι η επίμαχη διάταξη
"Για τα αδικήματα που διώκονται κατ ' έγκληση, και φέρεται ότι διαπράχθηκαν από αστυνομικό, λιμενικό ή πυροσβεστικό υπάλληλο, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και εξαιτίας αυτών, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 275, 409 - 413 και 417 - 429 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας''.

ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - Σύλληψη και προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου.
Άρθρο 275. - Στα αυτόφωρα εγκλήματα.

1. Προκειμένου για αυτόφωρα κακουργήματα και πλημμελήματα οι ανακριτικοί υπάλληλοι των άρθρων 33 και 34, καθώς και κάθε αστυνομικό όργανο, έχουν υποχρέωση, ενώ οποιοσδήποτε πολίτης το δικαίωμα, να συλλάβουν το δράστη, τηρώντας τις διατάξεις του Συντάγματος και του άρθρου 279 του Κώδικα για την άμεση προσαγωγή του στον εισαγγελέα. (έτσι όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του ν. 3160/2003 για την επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας (ΦΕΚ Α165 30.6.2003)

2. Στα εγκλήματα που διώκονται με έγκληση δεν επιτρέπεται η σύλληψη, εκτός αν προηγουμένως υποβληθεί η έγκληση, έστω και προφορικά, σ' εκείνον που έχει δικαίωμα να συλλάβει το δράστη (άρθρα 42 και 46). 3. Στα αυτόφωρα κακουργήματα και πλημμελήματα ο αρμόδιος εισαγγελέας πλημμελειοδικών έχει το δικαίωμα να εκδίδει εναντίον του δράστη που διώκεται ένταλμα σύλληψής του σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 276 και 277• το ένταλμα αυτό μπορεί ο εισαγγελέας να το ανακαλεί ή να το καταργεί.

1. Πταίσματα που καταλαμβάνονται επ' αυτοφώρω.
Άρθρο 409. - Σύλληψη για πταίσμα.

Σε περίπτωση αυτόφωρου πταίσματος επιτρέπεται η σύλληψη του δράστη από κάθε αστυνομικό όργανο που έσπευσε ή από ανακριτικό υπάλληλο μόνο για τη βεβαίωση της ταυτότητας του αυτουργού ή την άμεση εισαγωγή του σε δίκη, οπότε αυτή είναι δυνατή, σύμφωνα με τις διατάξεις που ακολουθούν.

Άρθρο 413. - Παραπομπή στην κοινή διαδικασία.

Αν ο πταισματοδίκης κρίνει ότι το πταίσμα δεν έχει καταληφθεί επ' αυτοφώρω ή αν οι αποδείξεις που προσκομίζονται δεν είναι επαρκείς, παραπέμπει την υπόθεση στην κοινή πταισματική διαδικασία και αφήνει ελεύθερον εκείνον που έχει συλληφθεί. Ως προς τα υπόλοιπα τηρούνται οι κανόνες της κύριας διαδικασίας στο ακροατήριο.

Άρθρο 417. - Άμεση παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο.

Αν ο δράστης οποιουδήποτε πλημμελήματος έχει συλληφθεί επ' αυτοφώρω, ακολουθείται η διαδικασία που αναφέρεται στα επόμενα άρθρα, εκτός αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι να μην εφαρμοστεί αυτή η διαδικασία.

Άρθρο 429. - Συζήτηση και απόφαση.

1.  Αν ο κατηγορούμενος εμφανιστεί στο ακροατήριο, η συζήτηση γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις  των  άρθρων 339-373.   
 2. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί, ο σύζυγος και κάθε συγγενής του εξ αίματος έως δ' βαθμού ή εξ αγχιστείας έως β' βαθμού (προτιμάται ο πλησιέστερος κατά βαθμό και ο εξ αίματος έναντι του εξ αγχιστείας) μπορεί να εμφανιστεί και να διορίσει συνήγορο για τον κατηγορούμενο που εκπροσωπείται από αυτόν και θεωρείται παρών. Αν  η  υπεράσπιση  ισχυριστεί  και  αποδείξει  ότι  ο  κατηγορούμενος έχει γνωστό και  ορισμένο  τόπο  διαμονής,  η  συζήτηση  αναβάλλεται,  με  αίτηση  της  υπεράσπισης σε ρητή δικάσιμο που απέχει  τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες, στην οποία ο κατηγορούμενος  οφείλει  να εμφανιστεί χωρίς κλήτευση. Αν δεν ζητηθεί η αναβολή ή κανένας συγγενής  δεν εμφανιστεί για  να  εκπροσωπήσει  τον  κατηγορούμενο,  η  συζήτηση  γίνεται  σύμφωνα  με τις συνηθισμένες για τα πλημμελήματα διατυπώσεις,  και η καταδικαστική απόφαση που εκδίδεται είναι αμέσως  εκτελεστή  και  υπόκειται  στα  ένδικα  μέσα  της  έφεσης  και  της  αναίρεσης. Για να  αρχίσουν όμως οι προθεσμίες για την άσκηση  των  ένδικων  αυτών  μέσων  πρέπει να γίνει επίδοση της απόφασης κατά το άρθρο 156. (το πρώτο εδάφιο της παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 34 Ν.3160/2003,ΦΕΚ Α 165/30.6.2003).
3.  Σε περίπτωση ασκήσεως εφέσεως από τον κατηγορούμενο κατά  της αποφάσεως που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία του προηγούμενου  άρθρου  και  του  παρόντος,  ο  εισαγγελέας,  που  είναι επιφορτισμένος με την  εκτέλεση της αποφάσεως, μπορεί να διατάξει την αναβολή  ή  τη  διακοπή  της  εκτέλεσης, ωσότου εκδικαστεί η έφεση, αν κρίνει ότι ο εκκαλών δεν  είναι ύποπτος φυγής. (η παρ. 3 προστίθεται ως άνω στο άρθρο 429, δια του άρθρου 12 παρ.    1 του Ν. 1941/1991, ΦΕΚ Α 41.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου